εὕροις

εὕροις
εὑρίσκω
find
aor opt act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • NOMUS — I. NOMUS Praefectura, sive conventus iuridicus apud Aegyptios. Aegyptum enim divisit Sesoosis, sive Sesostris in Nomos triginta sex, quorum 10. Thebaidi, 10. τῷ Delta, et reliqui 16. regionibus intermediis attributi. Singulis Nomis praefecti… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • VULTUR — a volatu Latinis, uti vult Becmannus in Origg. L. L. qui qualis sit, vide supra ubi de avium Volatu: an a vultu, quod perspicacissimus? Graecis γὺψ, item αἰγυπιὸς, quô nomine tamen proprie vultur niger venit, quem Hebr. daja appellant, ut videre… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • σωματικός — ή, ό / σωματικός, ή, όν, ΝΜΑ [σώμα, σώματος] 1. αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει στο σώμα (α. «σωματική διάπλαση» β. «σωματικαὶ ἐργασίαι», πάπ. γ. «πόνοι σωματικοί», επιγρ. δ. «σωματικὰ ἔργα», Αριστοτ.) 2. αυτός που έχει σωματική, υλική… …   Dictionary of Greek

  • τρόπος — ο, ΝΜΑ 1. μέσο, μέθοδος, είδος, σύστημα ενέργειας (α. «τρόπος διδασκαλίας» β. «οὐ γὰρ δῆ τρόπῳ τῷ παρεόντι χρεώμενοι δυνατοί εἰμεν οἰκέειν τὴν χώραν», Ηρόδ.) 2. (σχετικά με λόγο) ύφος, είδος έκφρασης 3. μτφ. συμπεριφορά, διαγωγή, φέρσιμο (α. «δεν …   Dictionary of Greek

  • ψυχρεύομαι — Α [ψυχρός] (αποθ.) 1. εκφράζομαι, μιλώ κατά τρόπο ψυχρό, ανόητο, λέω κρυάδες («παρὰ δὲ σοφισταῑς πάμπολλα εὕροις ἄν τάφους τε γὰρ ἐμψύχους τοὺς γύπας λέγουσι, καὶ ἄλλα τοιαῡτα ψυχρεύοντα πολλά», Ερμογ.) 2. μτφ. καθιστώ κάτι κρύο, ανούσιο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”